«Ο κόμπος έφτασε στο χτένι», δήλωσε ο πρωθυπουργός, επιχειρώντας να δώσει τόνο αποφασιστικότητας στη συζήτηση για τον νέο Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας. Κι όμως, αντί για νέα αρχή, αυτό που ακούστηκε ήταν η γνωστή επωδός, φταίει ο πολίτης.
«Ο επιπόλαιος οδηγός», λέει ο πρωθυπουργός, θα πρέπει να σκεφτεί «διπλά και τριπλά πριν βάλει σε κίνδυνο τον εαυτό του και τους άλλους». Κανείς δεν διαφωνεί με αυτό. Όμως η ερώτηση είναι: ποιος είναι τελικά ο επιπόλαιος;
Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση εισάγει έναν νέο, αυστηροποιημένο Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας με πρόστιμα έως 2.000 ευρώ, αφαίρεση άδειας και ψηφιακή αποστολή ποινών, το οδικό δίκτυο της χώρας παραμένει σε κατάσταση εγκατάλειψης. Ανώμαλο οδόστρωμα, ελλιπής σήμανση, έλλειψη φωτισμού και αφρόντιστες επαρχιακές αρτηρίες είναι η καθημερινότητα για τον οδηγό.
Είναι αυτός που πληρώνει διόδια 3 και 4 ευρώ για δρόμους χωρίς φωτισμό, με κακοτεχνίες, λακκούβες, ασαφή διαγράμμιση και ανύπαρκτη σήμανση; Είναι αυτός που χάνει τη ζωή του σε επαρχιακούς δρόμους-παγίδες, όπου η πολιτεία δεν έχει στρώσει ούτε άσφαλτο εδώ και δεκαετίες;
Για κάθε δυστύχημα που βαφτίζεται «ανθρώπινο λάθος», κρύβεται ένα σύστημα που μεταφέρει την ευθύνη από το κράτος στον πολίτη. Αν κάποιος τρέχει ή μιλά στο κινητό, είναι ένοχος. Αν το οδόστρωμα είναι παγίδα θανάτου, είναι “συγκυρία”. Αν δεν υπάρχει διάβαση πεζών, φταίει το παιδί που διέσχισε το δρόμο. Κι όλα αυτά, με ένα κράτος που διαφημίζει «έξυπνες κάμερες» την ώρα που δεν μπορεί να κρατήσει αναμμένα τα φανάρια.
Η πολιτική ηγεσία δεν μπορεί να συνθηκολογεί με την ανομία, λέει ο πρωθυπουργός. Πολύ σωστά. Αλλά η μεγαλύτερη μορφή ανομίας είναι η χρόνια ατιμωρησία της ίδιας της Πολιτείας – να μην δίνει λόγο για τις υποδομές που λείπουν, για την πρόληψη που αγνοεί, για τα θύματα που ξεχνιούνται.
Η «οδική ασφάλεια» δεν είναι ρητορική. Είναι τεχνικά έργα, συστηματική παιδεία, θεσμικός έλεγχος. Είναι δρόμοι που δεν σε σκοτώνουν. Και κυρίως: είναι ευθύνη που ξεκινά από το κράτος, όχι που καταλήγει μόνο στον πολίτη.
Αλλιώς, δεν μιλάμε για αυστηρότητα, αλλά για επικοινωνιακή κάλυψη. Και ο πραγματικός επιπόλαιος, σε αυτή την περίπτωση, δεν κρατά τιμόνι. Κρατά εξουσία.