Του Γεωργίου Παπασίμου
Ο συνεχιζόμενος πόλεμος που ξεπερνά πλέον τον μήνα έχει δημιουργήσει πολύπλευρες συνέπειες λειτουργώντας ως ο μεγάλος επιταχυντής της οριστικής διαίρεσης του πλανήτη εν σχέσει με τους διαμορφούμενους ηγεμονικούς πόλους (ΗΠΑ – Δυτική Ευρώπη, Κίνα – Ρωσία). Έτσι, αντί της δημιουργίας ενός δημιουργικού πολυπολικού κόσμου, όπως φαίνονταν να διαμορφώνεται σε παγκόσμιο πεδίο τις προηγούμενες δεκαετίες (ΗΠΑ, Κίνα, Ευρώπη, Ρωσία, Ινδία) επανερχόμαστε σε ένα ιδιότυπο ψυχρό πόλεμο των δύο μεγάλων ευρύτερων συμμαχιών [ Δύση (ΗΠΑ – Ευρώπη) και Ευρασία (Κίνα – Ρωσία – Ινδία) ]. Η έντονη πλέον και σκληρή αντιπαράθεση μεταξύ των δύο ευρύτερων αυτών πόλων δημιουργεί εκ των πραγμάτων πολύ μεγάλη ρευστότητα με κίνδυνο τη μετατροπή του ψυχρού πολέμου σε θερμό, δηλαδή τη χρησιμοποίηση πυρηνικών όπλων για την επίτευξη της παγκόσμιας ηγεμονίας. Είναι προφανές ότι μια τέτοια προοπτική αποκτά εφιαλτικές διαστάσεις για την ανθρωπότητα αλλά και για τον ίδιο τον πλανήτη, πλην όμως για πρώτη φορά στο δημόσιο διάλογο επανέρχεται η συζήτηση περί πυρηνικών χτυπημάτων.
Η απαράδεκτη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ανεξαρτήτως της βασιμότητας των ρωσικών αιτιάσεων περί ασφαλείας της λόγω της επέκτασης του ΝΑΤΟ στις πρώην σοβιετικές ανατολικές δημοκρατίες και η άμεση διεκδίκηση εδαφών ενός ανεξάρτητου κράτους στον ευρωπαϊκό χώρο υπό τον μανδύα της επίκλησης το ζωτικού χώρου (lebensraum) ή της χρησιμοποίησης κατά το δοκούν της ιστορίας και του εργαλείου των μειονοτήτων καταλύει σε μεγάλο βαθμό το υφιστάμενο Διεθνές Δίκαιο, μετατρέποντας τον πόλεμο και την στρατιωτική ισχύ σε κεντρικό άξονα των διεθνών σχέσεων. Εάν αυτό το πλαίσιο παγιωθεί είναι βέβαιο ότι θα αποτελέσει το άλλοθι και άλλων επίδοξων αναθεωρητών μεταξύ των οποίων πρωτοστατεί η Τουρκία, η οποία συνεχίζοντας την παραδοσιακή της πολιτική παραδίδει μαθήματα ως επιτήδειος ουδέτερος, εμφανιζόμενη μάλιστα και ως η φιλειρηνική δύναμη που πρωτοστατεί στις διαπραγματεύσεις για την ειρήνη!
Είναι αναμφισβήτητο πλέον ότι η ουκρανική κρίση κατέδειξε τον πλήρη γεωπολιτικό νανισμό της Ευρώπης που αποτελεί το μεγάλο θύμα του πολέμου αυτού. Οι συνέπειες για την Ευρώπη είναι πλέον καταλυτικές. Πέραν της πλήρους επικυριαρχίας των ΗΠΑ ως παρόχου της ασφαλείας στις χώρες του ΝΑΤΟ, το τεράστιο ενεργειακό πλήγμα και η μονομερής εξάρτηση της (από τη σημερινή ρωσική στην αμερικάνικη με το υγροποιημένο αέριο) απειλεί σε πλήρη εκτροχιασμό την ευρωπαϊκή οικονομία μετά το προηγηθέν σοκ της πανδημίας του κορωνοϊου και σε αποσάθρωση των κοινωνιών της. Πρόκειται για τα επίχειρα της γερμανοποίησης της Ε.Ε. κατά τις προηγούμενες δεκαετίες, που είχε ως αποτέλεσμα την πλήρη αδυναμία αυτής να αποκτήσει αυτόνομο γεωπολιτικό ρόλο σε ένα κόσμο, που διαμορφώνεται σε πολυπολική μορφή μετά την εμφάνιση των «ρυτίδων» της αμερικανικής ηγεμονίας στις προηγούμενες δεκαετίες.
Λόγω αυτών καταλυτικών συνεπειών και διεργασιών η Ελλάδα η οποία αντιμετωπίζει μείζονα εθνικά ζητήματα εξαιτίας της τουρκικής αναθεωρητικής πολιτικής, καθώς και τη χαίνουσα πληγή της κατοχής της μαρτυρικής Μεγαλονήσου με παρουσία 40.000 Τούρκων στρατιωτών στο έδαφος της, βρίσκεται μπροστά σε μεγάλους κινδύνους, αλλά ενδεχομένως και σε αντίστοιχες ιστορικές ευκαιρίες. Σε τέτοιου είδους ρευστές περιόδους, που ο γεωπολιτικός παράγοντας παίζει τον πρωτεύοντα ρόλο η αντιμετώπιση και η αξιοποίηση των ιδιαίτερων καταστάσεων μπορεί είτε να αποδώσει θετικά αποτελέσματα είτε να επιβαρύνει δραματικά τους υπάρχοντες κινδύνους. Απαιτούνται όμως για αυτό σοβαρές πολιτικές ηγεσίες με δυνατότητα παρέμβασης στα γεγονότα και μακροπρόθεσμη στρατηγική υπέρ των εθνικών συμφερόντων, που να λαμβάνει και να αξιοποιεί την ρευστότητα και την δημιουργία των νέων πλανητικών ισορροπιών.
Δυστυχώς για τη χώρα μας η πραγματικότητα είναι ότι βιώνει μια μακρά παρακμιακή πορεία που ξεκινά από την περίοδο της ύστερης Μεταπολίτευσης, της μνημονιακής επώδυνης κηδεμονίας και της σημερινής μεταμνημονιακής εποπτείας με τεράστιες ρωγμές στο κοινωνικό της ιστό και τρομακτικές στρεβλώσεις στη αέανη παρασιτική της οικονομία. Μια εκ των βασικών αιτίων αυτής της παρακμιακής πορείας της και ταυτόχρονα αποτέλεσμα αυτής είναι η δραματική υστέρηση των πολιτικών ηγεσιών και του πολιτικού προσωπικού εξουσίας και συνολικά η μετατροπή του πολιτικού συστήματος της ως παρεπόμενης θεραπαινίδας της παρασιτικής οικονομικής ολιγαρχίας και του διεθνούς παράγοντα. Αποτέλεσμα αυτών είναι η συνεχής υποχώρηση της χώρας στο διεθνή χώρο, η συστηματική κατευναστική πολιτική έναντι της τουρκικής επιθετικότητας και η εξαφάνιση του πραγματικού χαρακτήρα του Κυπριακού από ζήτημα εισβολής και κατοχής της Τουρκίας σε μια άλλη ευρωπαϊκή χώρα, την Κύπρο.
Η ακατανόητη και επικίνδυνη απόφαση της σημερινής κυβέρνησης της ΝΔ να εντάξει τη χώρα στην πρώτη γραμμή του αντιρωσισμού στέλοντας και στρατιωτικό υλικό στην Ουκρανία, αντί να παραμείνει στη φραστική καταδίκη της ρωσικής επίθεσης για λόγους αρχών, όταν τα στοιχειώδη εθνικά συμφέροντα των δύο κρατικών οντοτήτων του Ελληνισμού απαιτούν ισορροπημένες και προσεκτικές κινήσεις προς τη Ρωσία, όπως και η δυνατότητα αυτής για την παροχή προστασίας της ελληνικής μειονότητας στην ισοπεδωμένη πλέον Μαριούπολη εντάσσεται αναμφισβήτητα σε αυτή τη χορεία της μικρόνοης συμπεριφοράς και πολιτικής του πολιτικού προσωπικού εξουσίας. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες μετετράπη σε αποικία χρέους του Βερολίνου και σε προκεχωρημένο φυλάκιο των ΗΠΑ χωρίς κανένα ουσιαστικό αντιστάθμισμα έναντι των εθνικών θεμάτων της χώρας.
Η ακατανόητη κυβερνητική επιχειρηματολογία ότι μπαίνοντας στην πρώτη γραμμή κατά της Ρωσίας θα υποχρεώσουμε στο μέλλον το ΝΑΤΟ και τις ευρωπαϊκές χώρες να μας συνδράμουν σε περίπτωση τουρκικής απειλής έχει πλήρως συντριβεί αφού, ήδη ο επιτήδειος γείτονας εισπράττει δημόσια τις ευχαριστίες των δυτικών μας συμμάχων και προορίζεται να συμμετάσχει ως μια από τις εγγυήτριες δυνάμεις για την ασφάλεια της Ουκρανίας την ώρα που αποτελεί κατοχική δύναμη στην Κύπρο! Απομένει μόνο η απονομή του Νόμπελ Ειρήνης στον Ερντογάν για τη φιλειρηνική του δράση!!!
Έτσι, η Ελλάδα να αξιοποιήσει την ευκαιρία αυτή και να εκθέσει τον τουρκικό ρόλο στο ΝΑΤΟ προβάλλοντας τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου και να αναβαθμίσει τον γεωπολιτικό της ρόλο, θέτοντας μετ’ επιτάσεως την ομοιότητα της ρωσικής εισβολής και πιθανόν της μελλοντικής κατοχής ουκρανικού τμήματος με την τουρκική κατοχή στη Κύπρο φρόντισε εκτός των άλλων να παράσχει και διεθνή νομιμοποίηση στην Τουρκία με τη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη και με τη διάθεση της για οργάνωση κοινών επιχειρήσεων με την Τουρκία και τη Γαλλία στη Μαριούπολη επισφραγίζοντας έτσι με τον τρόπο της τον «εικονικό φιλειρηνικό ρόλο» που επιχειρεί ο επιτήδειος γείτονας μας που έχει εν τω μεταξύ εισβάλει πέραν της Κύπρου και στις περισσότερες γειτονικές του χώρες εξοντώνοντας καθημερινά και αθόρυβα τον κουρδικό λαό.
Δυστυχώς στο σημείο που έχει οδηγηθεί η χώρα από τις παραπάνω πολιτικές, φαντάζει πλήρως ανεδαφική πλέον η διατύπωση προτάσεων για αλλαγή αυτής της πνιγηρής κατάστασης (όπως για παράδειγμα η παγκόσμια ανάδειξη του Κυπριακού και απαίτηση δέσμευσης των Δυτικών για ίδια αντιμετώπιση αυτού με το Ουκρανικό, άμεση αξιοποίηση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην Ελλάδα και τη Κύπρο με ανακήρυξη της ΑΟΖ των δύο χωρών και υλοποίηση του East Med με συμμετοχή και της Αιγύπτου για την πραγματική ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρώπης), η οποία όπως διαφαίνεται δεν αφήνει καμία αισιοδοξία για αλλαγή πλεύσης και αξιοποίηση των σημερινών συγκυριών προς όφελος μας.