Αγαπητά μας παιδιά, Αγαπητοί συνάδελφοι, Κυρίες και Κύριοι,
Κάθε χρόνο στις 30 Ιανουαρίου γιορτάζουμε τη μνήμη των τριών Ιεραρχών καθώς είναι προστάτες της Παιδείας. Οι Τρείς Ιεράρχες Βασίλειος ο Μέγας, Ιωάννης ο Χρυσόστομος και Γρηγόριος ο Θεολόγος έζησαν σε μια εποχή αρκετά δύσκολη και διακρίθηκαν για την αγάπη τους στο Θεό, την υποδειγματική τους ζωή και το κοινωνικό τους έργο που διαπνέεται από αγάπη και εθελοντική προσφορά στον πλησίον τους. Χρησιμοποίησαν την επιστημονική τους κατάρτιση όχι για ατομική προβολή, αλλά για να βοηθήσουν τους συνανθρώπους τους και έτσι έκαναν φωτεινότερες με τους λόγους, και τα συγγράμματα τους την Εκκλησία και την ανθρώπινη σκέψη
Αλήθεια ποιοι ήταν οι Τρείς Ιεράρχες;
Ο Μέγας Βασίλειος, ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, σπούδασε γιατρός και ίδρυσε μια πόλη φιλανθρωπίας, τη Βασιλειάδα. Εκεί οργάνωσε το πρώτο δημόσιο νοσοκομείο, στο χώρο υπήρχαν κατοικίες των γιατρών, των νοσηλευτών και ειδικές πτέρυγες για λεπρούς και αρρώστους από επιδημίες.
Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, επίσης σπούδασε γιατρός, έχτισε αρκετά νοσοκομεία στην Κωνσταντινούπολη και μαζί με τον Βασίλειο έθεσαν τα θεμέλια της δημόσιας υγείας. Για να γίνει η διδασκαλία αποδοτική θεωρεί ότι μεγάλο ρόλο παίζει η προσωπικότητα του δασκάλου και η σχέση του με τους μαθητές, η οποία πρέπει να είναι σχέση αλληλοσεβασμού και αγάπης. Ο Χρυσόστομος επέβαλε στους μοναχούς να παραμένουν στις μονές και τους απαγόρευσε να παρευρίσκονται σε κοσμικές εκδηλώσεις και δεξιώσεις επισήμων.
Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος υποστήριξε τη μελέτη της κλασικής παιδείας και των αρχαίων Ελληνικών, ήταν τελειομανής και ευαίσθητος, είχε συναίσθηση μεγάλης ευθύνης και δεν ήταν επιδεικτικός. Έδωσε σπουδαίες μάχες στους αγώνες της Ορθοδοξίας, υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους ρήτορες.
Οι Τρείς Ιεράρχες ήταν «εύγλωττοι κατά τον λόγον, ευγλωττότεροι κατά τον βίον, ευγλωττότατοι κατά τον θάνατον». Τούτο σημαίνει ότι μπόρεσαν με το κήρυγμά τους να αναλύσουν τις αλήθειες της Πίστης μας και να βοηθήσουν τους απλούς ανθρώπους να κατανοήσουν τα ιερά κείμενα ώστε να απαλλαγούν και να απελευθερωθούν από δεισιδαιμονίες, προλήψεις και φοβίες. Με το παράδειγμά τους και τον τρόπο διαβίωσής τους άσκησαν στον ύψιστο βαθμό την φιλανθρωπία και ανακούφισαν τον πόνο χιλιάδων αναξιοπαθούντων. Καθόρισαν συστηματικά την λειτουργική ζωή της Εκκλησίας, για να μπορούν να λατρεύουν οι πιστοί τον Κύριο. Συνέγραψαν θαυμάσια συγγράμματα, τα οποία ξεπέρασαν τη φθορά του χρόνου και ισχύουν ακόμα και σήμερα.
Έζησαν σε μια εποχή που μοιάζει πολύ με τη δική μας, και τότε υπήρχαν πόλεμοι, βιαιότητες, αδικίες, οικονομική κρίση, εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, κοινωνικές διακρίσεις, θρησκευτικές διαμάχες κ.ά.. όμως δεν δίσταζαν να τα βάλουν με τους ισχυρούς. Δεν μπορούσαν να συμβιβαστούν με την υποκρισία των χριστιανών: «ξέρω πολλούς», έλεγε ο Χρυσόστομος, «που νηστεύουν και προσεύχονται και στενάζουν, επιδεικνύοντας κάθε λογής αδάπανη ευλάβεια. Ενώ ούτε ένα οβολό δε δίνουν στους θλιβόμενους. Τι κέρδος έχουν από την υπόλοιπη αρετή τους; Γι’ αυτούς η βασιλεία των ουρανών είναι κλειστή». Και ο Γρηγόριος συμπλήρωνε: «Μη τεντώνεις τα χέρια σου στον ουρανό αλλά στα χέρια των φτωχών. Αν εκτείνεις τα χέρια σου στα χέρια των φτωχών έπιασες την κορυφή του ουρανού».
Πίστευαν ότι για τους πολέμους, την κατάντια των κοινωνιών, την πείνα, την εγκατάλειψη ευθύνονται οι ισχυροί και η αγάπη τους για τον πλούτο. Έτσι ο Χρυσόστομος έγραψε ότι «Οι πόλεμοι γίνονται από τον έρωτα για τα χρήματα», ενώ ο Βασίλειος διερωτάται «έως πότε θα κυβερνά ο πλούτος που είναι η αιτία του πολέμου»; Αν θυμηθούμε την Έκθεση της Διεθνούς αμνηστίας: ότι 22 δις δολάρια κατά μέσο όρο δαπανώνται κάθε χρόνο για όπλα από χώρες της Ασίας, της Μέσης Ανατολής, της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής, οι χώρες αυτές θα μπορούσαν με τα χρήματα αυτά να εξασφαλίσουν σε κάθε παιδί μια θέση στο σχολείο και να μειώσουν την παιδική θνησιμότητα κατά δύο τρίτα. Οι Τρεις Ιεράρχες δεν ήρθαν ποτέ σε συμβιβασμούς, ούτε πτοήθηκαν αλλά προτίμησαν να παραμείνουν πιστοί στις αξίες που πρέσβευαν. Ο Χρυσόστομος δεν συμβιβάστηκε ποτέ και πέθανε εξόριστος μέσα σε αφάνταστες κακουχίες, με πνεύμα όμως απτόητο και αδούλωτο.
Υπερασπίστηκαν τη θέση της γυναίκας η οποία βρισκόταν στο κοινωνικό περιθώριο και αγωνίστηκαν με σθένος να της δώσουν τη θέση που της αρμόζει στην κοινωνία. Αναζήτησαν την Παιδεία και την πνευματική καλλιέργεια στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, ένα χώρο που οι φανατικοί ταύτιζαν με την ειδωλολατρία. Στις ιδέες των αρχαίων προγόνων μας βρήκαν τα εφόδια να υπηρετήσουν και να στερεώσουν την πίστη τους. Γοήτευαν με τα κηρύγματά τους, τους χριστιανούς, αλλά και τους εθνικούς και τους προσέλκυσαν στην Εκκλησία. Οι ίδιοι αποτέλεσαν ένα φιλελεύθερο πνεύμα Παιδείας, γεμάτο θάρρος και πίστη. Έτσι μπόρεσαν να γοητεύσουν τους νέους οι οποίοι σε κάθε εποχή είναι περισσότερο ανήσυχοι και προβληματισμένοι από τους μεγαλύτερούς τους.
Τα βασικά στοιχεία της αληθινής παιδείας για τους Τρεις Ιεράρχες είναι: η αγάπη, η ελευθερία και ο σεβασμός του ανθρώπου. Ο καλός παιδαγωγός κατά τον Χρυσόστομο εμπνέει, προσελκύει και πείθει, δεν είναι εγωιστής ούτε αλαζόνας, ούτε διακρίνεται για το εξουσιαστικό του ύφος. Είναι ταπεινός και έχει συναίσθηση των ατελειών και αδυναμιών του. Ο παιδαγωγός πρέπει να επιδεικνύει δημοκρατικό πνεύμα και να σέβεται τη γνώμη των μαθητών του, να είναι απλός, ειλικρινής, απονήρευτος, άδολος. Να αποφεύγει την ειρωνεία και την υποκρισία. «Ο λόγος (του δασκάλου)», λέει ο Χρυσόστομος πρέπει να είναι «λόγος ανθρώπου που διδάσκει μάλλον παρά ελέγχει, που παιδαγωγεί παρά τιμωρεί, που βάζει τάξη παρά διαπομπεύει, που διορθώνει παρά επεμβαίνει στη ζωή του μαθητού».
Σήμερα ο Βασίλειος ο Μέγας, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος τιμώνται για τις παιδαγωγικές τους αντιλήψεις, ως προστάτες της Παιδείας τόσο για το θαρραλέο, πρωτοποριακό και διακριτικό τους πνεύμα όσο για την αρετή και τον υποδειγματικό βίο τους. Ας θυμηθούμε και εμείς ότι ο νόμος του Θεού, δηλαδή ο νόμος της αγάπης, της ισότητας, της ελευθερίας και της ειρήνης, δεν έχει τίποτα κοινό με το νόμο των ισχυρών κάθε εποχής. Ας μιμηθούμε το έργο τους και ας θυμηθούμε τα λόγια που λέει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος ότι «Οι κοινωνικές ανισότητες δεν είναι θέλημα Θεού» ότι «Μητέρα των πολέμων είναι η πλεονεξία και οι πόλεμοι που με τη σειρά τους γεννούν την υψηλή φορολογία…». Τέτοιους εκκλησιαστικούς ηγέτες, γενναίους και ασυμβίβαστους με το κακό και την αμαρτία χρειαζόμαστε και σήμερα.