Ο σύγχρονος κόσμος και ιδιαίτερα η Ευρώπη δομήθηκε «διοικητικά» πάνω στην «αρχή της εθνότητας» που κυριάρχησε ως ιδέα κατά τα τέλη του 18ου αιώνα και τον 19ο.
Σύμφωνα με αυτή κάθε έθνος θα μπορούσε να υπάρξει ως κράτος. Το κράτος – έθνος περιέλαβε και αφομοίωσε διάφορες εθνότητες σε έναν ευρύτερο πολιτιστικό χώρο. Έτσι, σιγά –σιγά σφυρηλατήθηκε η εθνική ενότητα που χάρισε στα άτομα την ασφάλεια και το αίσθημα του «ανήκειν». Αυτή η πρόσδεση στις αξίες και τα ιδανικά του κράτους – έθνους ομογενοποίησε κάποιες ιδιαιτερότητες των επί μέρους εθνοτήτων (γλωσσικές, πολιτισμικές….) και γενικά ενδυνάμωσε την αυτοπεποίθηση των λαών. Η καθαρότητα κάθε έθνους αποτέλεσε για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα το ζητούμενο και τη φαντασίωση ηγετών και λαών.
Τη φαντασίωση αυτή, όμως, – που γέννησε πολλούς τοπικούς πολέμους και δυο παγκοσμίους κατά τον 20ο αιώνα – έρχονται να διαψεύσουν σύγχρονα φαινόμενα και γεγονότα που προοικονομούν τη γέννηση του παγκόσμιου χωριού. Μεταναστεύσεις και επιμειξίες δημιουργούν νέες πολυεθνικές και πολυ-πολιτισμικές κοινωνίες που προαναγγέλουν εμφαντικά τη θέση πως η κοινή πατρίδα όλων μας είναι ο πλανήτης ΓΗ. Το στοιχείο της πολυπολιτισμικότητας σαρώνει τους παραδοσιακούς μύθους περί καθαρότητας και ανωτερότητας κάποιων λαών ή εθνών και δημιουργεί νέα δεδομένα. Μπροστά σε αυτή τη νέα πραγματικότητα της πολυπολιτισμικότητας άλλοι ενθουσιάζονται από την προοπτική μιας οικουμενικότητας και άλλοι έντρομοι αντιτάσσονται σε αυτήν την ώσμωση ανθρώπων και πολιτισμών.
Αρχικά, οι κατήγοροι της πολυπολιτισμικότητας εστιάζουν τα βέλη τους στον τομέα της αφύπνισης ενός αρχέγονου ανθρώπινου φόβου απέναντι στο «ξένο» και στο άγνωστο που απειλεί την «καθαρότητα» της γλώσσας, της θρησκείας και της φυλής μας. Ο φόβος αυτός, γνωστός ως ξενοφοβία, πυροδοτεί ρατσιστικές ιδεολογίες και συμπεριφορές που τείνουν να αποδομήσουν την κοινωνική ισορροπία. Θύματα αυτής της συμπεριφοράς διάφορες μειονοτικές ομάδες (πρόσφυγες, μετανάστες) που προβάλλονται ως κίνδυνος για την αυθεντικότητα και ανωτερότητα του γηγενούς πολιτισμού. Όχι σπάνια, βέβαια, ο φόβος και η απόρριψη του διαφορετικού προκαλεί πράξεις μίσους, βίας και εγκληματικότητας, δηλητηριάζοντας έτσι την κοινωνική συμβίωση.
Έτσι, η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα που γεννιούνται από την πολυπολιτισμικότητα αφυδατώνουν άτομα και κοινωνίες από τα υγιή ανθρωπιστικά αισθήματα και από κοινωνικές αρετές. Ωστόσο, δεν λείπουν και φαινόμενα εθνικισμού και απαξιωτικής στάσης των γηγενών προς τους ξένους με αποτέλεσμα είτε την περιθωριοποίηση των τελευταίων είτε την όξυνση ή αφύπνιση – ενεργοποίηση παραδοσιακών συμπεριφορών που στο παρελθόν οδήγησαν σε κοινωνικές συγκρούσεις ή και σε πόλεμο.
Επιπρόσθετα, οι αρνητές της πολυπολιτισμικότητας μάχονται υπέρ της γνησιότητας του εθνικού τους πολιτισμού και αποκρούουν τη μιγαδοποίησή του. Θεωρούν, δηλαδή, πως το διαφορετικό συνιστά την έκπτωση και τον εκφυλισμό και όχι το στοιχείο που συνυφασμένο δημιουργικά με το αντίθετό του θα εμπλουτίσει τις κοινωνίες. Εκτιμούν, επίσης, πως ο πολιτισμός ως δημιούργημα ενός συγκεκριμένου λαού με τα στοιχεία της παράδοσής του δεν μπορεί να δεχτεί συνιδιοκτήτες. Διαβλέπουν παντού σκοπιμότητες και υποχθόνια σχέδια για αλλοίωση ή και άλωση του πολιτισμού τους.
Έτσι, ο φόβος αυτός αντί να στραφεί σε ενέργειες μιας γόνιμης συμβίωσης των ετεροτήτων, τρέφει την ανασφάλεια, πυροδοτεί αρνητικά συναισθήματα, θολώνει το νου, εξαχρειώνει τους ανθρώπους που αλώνονται από το φανατισμό και τον ανορθολογισμό. Δεν είναι, επίσης, τυχαίο ότι σε πολλές ευρωπαϊκές τοπικές κοινωνίες ή και κράτη ολόκληρα στρέφονται προς συντηρητικές – ακραίες πολιτικές επιλογές που αισθητοποιούνται μέσα από την ενίσχυση των εθνικιστικών ξενοφοβικών πολιτικών σχηματισμών και κομμάτων. Όλα αυτά δεν αποσαθρώνουν μόνο το δημοκρατικό κλίμα αλλά απειλούν την κοινωνική γαλήνη και έως ένα σημείο ανασύρουν μνήμες γεγονότων που συνιστούν όνειδος για την ανθρωπότητα (Άουσβιτς).
Η δυσπιστία προς την πολυπολιτισμικότητα διογκώνεται και από το γεγονός της περιχαράκωσης των μειονοτικών εθνοτήτων – ομάδων στις ιδιαιτερότητές τους. Δημιουργούν στις χώρες υποδοχής κλειστά υποσύνολα κοινοτήτων και απαιτούν από τους γηγενείς το σεβασμό των ιδιαιτεροτήτων τους (γλωσσικών, θρησκευτικών…) χωρίς οι ίδιοι να προσπαθούν να κατανοήσουν ή να αποδεχτούν κάποιες από τις πολιτιστικές ιδιαιτερότητες των γηγενών που τους «φιλοξενούν». Η πολιτιστική ετερογένεια για τις μειονότητες καθίσταται το κάστρο που το υπερασπίζονται με πάθος και φανατισμό. Αυτό, όμως, δυσχεραίνει την επικοινωνία τόσο με τις άλλες μειονότητες όσο και με το κυρίαρχο γηγενές στοιχείο.
Ένα άλλο στοιχείο που τρέφει τον προβληματισμό για την πολυπολιτισμικότητα είναι κι αυτό της ταυτότητας ή των πολλαπλών ταυτοτήτων που δημιουργεί και ευνοεί η δημοκρατία. Στη δημοκρατία, δηλαδή, ο πολίτης δεν ορίζεται και δεν αναγνωρίζεται – καθορίζεται μονοδιάστατα από μια ταυτότητα (θρησκευτική, γλωσσική….) αλλά από πολλές που όχι σπάνια αλληλοσυμπληρώνονται ή και αλληλοσυγκρούονται. Αντίθετα, η πολυπολιτισμικότητα διαμορφώνει άλλο πλαίσιο, αφού παρέχει τη δυνατότητα στις μειονοτικές ομάδες να προβάλλουν την ξεχωριστή τους ταυτότητα και να οχυρώνονται πεισματικά πίσω από αυτή χωρίς καμία διάθεση για ενσωμάτωση ή δημιουργική συμβίωση με άλλες ταυτότητες.
Έτσι, αναδύεται μια κοινωνία κατατεμαχισμένη με στεγανά ταυτοτήτων που διεκδικούν με φανατισμό το σεβασμό και την αποδοχή των κάθε λογής διαφορετικοτήτων χωρίς ίχνος προσπάθειας για επικοινωνία και κατανόηση των άλλων ταυτοτήτων. Αυτό, όμως, αποκλείει το δημιουργικό συγκρητισμό που συνιστά το υπόβαθρο και την αφετηρία της εξέλιξης, της ανανέωσης και της προοπτικής μιας υγιούς οικουμενικότητας. Όταν η πολιτιστική ετερογένεια των επί μέρους εθνοτικών ομάδων απολυτοποιείται ως ιδανικό, τότε καλλιεργείται το έδαφος για τον απομονωτισμό τους και τη γέννηση αρνητικών συναισθημάτων (φόβος, μίσος….) προς τις άλλες ενθοτικές ομάδες (Σύριοι vs Πακιστανοί, Αφγανοί vs Πακιστανοί…). Υπάρχει κίνδυνος η δημιουργία «εχθρών» να εγκλωβίζει πολλούς στη δική τους βαρβαρότητα.
Όλες οι παραπάνω αιτιάσεις προβάλλουν την αναγκαιότητα μιας διαφορετικής προσέγγισης της πολυπολιτισμικότητας και της ανάληψης πρωτοβουλιών για ενίσχυση και εμπλουτισμό της. Διαφορετικά κινδυνεύουμε να οδηγηθούμε σε παρωχημένες «ξενηλασίες» που θα πυροδοτήσουν μια πορεία προς το χθες και προς ένα συντηρητικό πλαίσιο ζωής και κοινωνικής οργάνωσης. Προς αποφυγή όλων αυτών των παράπλευρων συνεπειών απαιτείται τόσο η ατομική ευαισθητοποίηση – ενεργοποίηση όσο και η κοινωνική – κρατική αφύπνιση μέσα από συγκεκριμένες δράσεις.
Προέχει σε πρώτη φάση για την ενίσχυση της πολυπολιτισμικότητας η καλλιέργεια της ανεκτικότητας προς το διαφορετικό. Αυτή διαμορφώνει, ως ατομική αξία και κοινωνική αρετή, ένα αξιακό σύστημα που σέβεται ό,τι μας «υπερβαίνει» και ό,τι μας διαφοροποιεί. Διδάσκει, επίσης, την απροκατάληπτη κρίση, τον ορθολογισμό και την αποφυγή των υπερβολών και των ακροτήτων. Καλλιεργεί, ωστόσο, και μια ηθική στάση ζωής που διευκολύνει την επικοινωνία με το «ξένο» και τροφοδοτεί την ανάγκη για αυτογνωσία και αυτοβελτίωση.
Για τον εμπλουτισμό της πολυπολιτισμικότητας αναγκαία κρίνεται και η ανθρωπιστική παιδεία. Σε αυτήν ο άνθρωπος –ως φυσικό δημιούργημα- συνιστά την απόλυτη αξία ανεξάρτητα από τα ιδιαίτερα στοιχεία της πολιτιστικής του ταυτότητας. Ο σεβασμός και η αναγνώριση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων συνιστά την κατηγορική προσταγή της ανθρωπιστικής παιδείας. Στον τομέα αυτό μπορεί να συμβάλει καταλυτικά και η διαπολιτισμική εκπαίδευση που στον πυρήνα της εμπεριέχει την ισότιμη αντιμετώπιση όλων των πολιτισμών χωρίς τις εθνοκεντρικές αγκυλώσεις.
Ωστόσο, η ανεκτικότητα και η ανθρωπιστική παιδεία δεν θα μπορούσαν να ανθοφορήσουν εάν δεν εξασφαλιζόταν και η υγιής λειτουργία της δημοκρατίας. Κι αυτό γιατί η δημοκρατία (ως πολίτευμα, τρόπος ζωής και φιλοσοφική θεώρηση) και η πολυπολιτισμικότητα βαδίζουν παράλληλα και αλληλοσυμπληρώνονται. Στοιχεία, όπως η ποικιλότητα, η πολυχρωμία, η διαφωνία, η διαπάλη των διαφορετικών και η σύνθεση – αρμονία των αντιθέτων ενυπάρχουν στον πυρήνα του αξιακού συστήματος και της δημοκρατίας και της πολυπολιτισμικότητας. Η δημιουργία νέων μορφών ζωής και κοινωνικής οργάνωσης μέσα από τη δημιουργική ώσμωση των διαφορετικοτήτων ευνοείται τόσο από τη δημοκρατία όσο κι από την πολυπολιτισμικότητα.
Απαιτείται, λοιπόν, να διευρύνουμε το «Εμείς» υπερβαίνοντας το ατομικό και το εθνικό μας Εγώ. Η πλανητική συνείδηση και αλληλεγγύη μπορεί να αποτελέσει το νέο πλαίσιο για το νέο οικουμενισμό της ανθρωπότητας. Για το Γάλλο φιλόσοφο Εντγκάρ Μορέν αναγκαίες κρίνονται οι συνειδητοποιήσεις: «Η συνειδητοποίηση της ενότητας της Γης, της ενότητας – διαφορετικότητας του ανθρώπου, της πλανητικής εποχής, του γήινου πεπρωμένου μας».
Με βάση αυτές τις συνειδητοποιήσεις ο κόσμος θα ισορροπήσει και ο πλανήτης θα γίνει το σπίτι όλων μας «πρέπει να μάθουμε να είμαστε εδώ, πάνω στον πλανήτη. Να μάθουμε να «είμαστε», δηλαδή, να μάθουμε να ζούμε, να μοιραζόμαστε, να επικοινωνούμε, να κοινωνούμε…. Πρέπει πια να μάθουμε να είμαστε, να μοιραζόμαστε, να επικοινωνούμε, να κοινωνούμε ως άνθρωποι του πλανήτη ΓΗ. Να μην ανήκουμε πλέον σε έναν πολιτισμό αλλά να είμαστε γήινοι» (Εντγκάρ Μορέν, «ΓΗ-Πατρίδα».
Αν για κάποιους η πολυπολιτισμικότητα είναι ο κίνδυνος, ας έχουμε κατά νου τη θέση του Χαίντερλιν: «Όπου ο κίνδυνος αυξάνεται, αυξάνεται επίσης και αυτό που σώζει».
Ηλίας Γιαννακόπουλος
Φιλόλογος