Ο Βούρινος (ή Μπούρινος για την περιοχή της Σιάτιστας) είναι ένα από τα σπουδαιότερα βουνά της δυτικής Μακεδονίας.
Αποτελεί συνέχεια του Άσκιου (ή Σινιάτσικου) από το οποίο χωρίζεται με το διάσελο της Μπάρας από όπου περνά η Εγνατία οδός. Κοινό χαρακτηριστικό των δυο βουνών η γυμνή Δ-ΝΔ πλευρά τους, αντίθετα με την Β-ΒΑ που είναι δασωμένη.
Η ετυμολογία του ονόματός του προέρχεται μάλλον από το προελληνικό "Βαρνούς" που σημαίνει "ύψωμα". Εξάλλου τα αρχαία χρόνια ολόκληρη η κάθετη οροσειρά που περιλαμβάνει τα βουνά Βούρινος, Βέλλια, Άσκιο, Βέρνο (Βίτσι), Βαρνούντας και Πέλιστερ (ΠΓΔΜ) ήταν γνωστή με το όνομα "Βαρνούς".
Ο Βούρινος αποτελείται από δυο κορυφογραμμές με γενική κατεύθυνση ΒΔ-ΝΑ. Στη νοτιότερη βρίσκονται οι μεγάλες κορυφές του βουνού, Ντρισινίκος (1866 μ.), Παλιομονάστηρο (1606 μ.) και Νεράιδα ή Τσάμια (1620 μ.). Ανάμεσα στις δυο κορυφογραμμές σχηματίζεται η κοιλάδα Τσερβαίνα.
Αυτή πλαταίνει νοτιότερα και παίρνει σχήμα μικρού οροπεδίου που ονομάζεται «Κόκκινα χώματα». Ακολουθεί νοτιότερα το στενό πέρασμα της πηγής Τσάμια και μετά σχηματίζεται μια δεύτερη, πιο μεγάλη και πιο βαθιά κοιλάδα με όνομα κοιλάδα του Μεσιανού (ή Μεσιού) νερού. Πρόκειται για μια άκρως ενδιαφέρουσα από οικολογική άποψη περιοχή. Ολόκληρος ο Βούρινος είναι ενταγμένος στο δίκτυο Natura 2000 αφού περιλαμβάνει εκτεταμένα δάση Μαυρόπευκου και Μακεδονίτικου έλατου, 555 είδη φυτών από τα οποία 4 είναι στενά ενδημικά, 39 είδη πουλιών και πολλά είδη θηλαστικών. Στην πλούσια χλωρίδα συμβάλλει η ιδιαίτερη σύσταση του εδάφους με τις εναλλαγές ασβεστολιθικών και οφιολιθικών πετρωμάτων.
Τα πρώτα κυριαρχούν στο ΒΔ τμήμα και σε όλη την ΒΑ κορυφογραμμή ενώ τα δεύτερα απλώνονται στο ΝΔ τμήμα και στις ψηλότερες κορυφές. Η διαχωριστική γραμμή περνά κατά μήκος της κοιλάδας του Μεσιανού νερού.
Τα δάση της κοιλάδας κάηκαν στις αρχές του προηγούμενου αιώνα για να φυτρώσουν ξανά με φυσική αναγέννηση. Μέχρι το 1955 η περιοχή ξυλεύονταν. Τότε απαγορεύτηκε η υλοτόμηση, με αποτέλεσμα τη δημιουργία του σημερινού όμορφου και με ιδιαίτερη ποικιλία δέντρων και θάμνων δάσους. Ταυτόχρονα απαγορεύτηκε η βόσκηση, γεγονός που συνέβαλλε στη διατήρηση της σπάνιας χλωρίδας.
Η ιδιαίτερη οικολογική αξία του βουνού έγινε γνωστή στη δεκαετία του 1950 με τις έρευνες των καθηγητών Γουλιμή και Ράιχενμπαχ. Έκτοτε, η περιοχή αποτελεί πεδίο έρευνας ομάδων ελληνικών και ξένων πανεπιστημίων.
Η επίσκεψή μας στο βουνό είχε σκοπό μια όσο το δυνατό πληρέστερη γνωριμία με τα σπάνια χαρακτηριστικά του, όπως αυτά περιγράφηκαν παραπάνω. Έτσι, ξεκινώντας από το ύψος του ορειβατικού καταφυγίου του ΕΟΣ Σιάτιστας (υψ. 1360 μ.) ακολουθώντας χωματόδρομο, βαδίζουμε με ΒΑ κατεύθυνση ανηφορίζοντας ήπια στις πλαγιές με τη χαμηλή θαμνώδη βλάστηση. Πανταχού παρούσες οι ενδημικές βιολέτες του Βούρινου (Viola vurihensis) ένα από τα σπανιότερα φυτά της χώρας μας. Εμφανίζεται σε μεγάλες συστάδες με ποικιλία χρωμάτων. Κάποιες πρώιμες δακτυλόριζες (Dactylorizzha sambucina) με κίτρινα και πορφυρά άνθη και πλήθος πρίμουλες (Primula veris) δίνουν ανοιξιάτικη όψη στο τοπίο.
Ο δρόμος τερματίζει σε ένα πρόσφατα κατασκευασμένο ξύλινο πυροφυλάκιο. Ακολουθεί κατάβαση κατά μήκος της κόψης του βουνού και ανάβαση σε μικρό οροπέδιο στη βάση των ψηλότερων κορυφών. Οδηγοί μας είναι τα κόκκινα σημάδια στα βράχια, πότε εμφανή και πότε αδιόρατα. Στη συνέχεια ανεβαίνουμε απότομα μέχρι την κορυφογραμμή και από εκεί με νότια κατεύθυνση φτάνουμε στον Ντρισινίκο μετά από 2.15’ συνολικής πορείας. Γύρω από το πεσμένο τριγωνομετρικό συγκεντρώνεται η ομάδα μας για να θαυμάσει το πανόραμα που απλώνεται προς όλες τις κατευθύνσεις. Από τη νότια Πίνδο μέχρι την Τύμφη, τον Σμόλικα, τον Γράμμο, το Όλυμπο και τα Πιέρια. Η Κοζάνη, οι καμινάδες της Πτολεμαΐδας, η Αιανή, η Σιάτιστα, πλήθος χωριών και οικισμών.
Συνεχίζοντας νότια κατεβαίνουμε απότομα σε χαμηλότερο οροπέδιο έχοντας απέναντί μας τα νερά του Αλιάκμονα και της τεχνητής λίμνης Πολυφύτου. Στη συνέχεια μπαίνουμε σε πυκνό δάσος μαυρόπευκων ακολουθώντας πανέμορφο μονοπάτι χαραγμένο από την ορειβατική ομάδα του Χρωμίου. Πολύτιμη είναι η παρουσία μιας πηγής, αφού το νερό μας δεν επαρκεί για το υπόλοιπο της πορείας. Τα μονοπάτι αλλάζει συνέχεια κατευθύνσεις αναζητώντας τα ασφαλέστερα σημεία για τη μεγάλη κατάβαση των 500 περίπου μέτρων από την κορυφή.
Χρειάστηκε περίπου μια ώρα για να φτάσουμε στη θέση «Διασέλα» που συνδέει την κοιλάδα με το χωριό Χρώμιο. Από εδώ βαδίζουμε βόρεια, άλλοτε σε δάση, άλλοτε σε ξέφωτα μέχρι τη δεξαμενή στο στενότερο σημείο της κοιλάδας. Ένα κόκκινο βέλος δείχνει την κατεύθυνση του μονοπατιού που οδηγεί στο καταφύγιο, 250 μέτρα ψηλότερα. Είναι μια πολύ απότομη ανάβαση, ευτυχώς μέσα σε δάσος που μας προφυλάσσει από τη ζέστη του μεσημεριού.
Φτάνοντας στη βεράντα του καταφυγίου, έχουμε συμπληρώσει σχεδόν έξι ώρες από την αρχή της πορείας μας. Εδώ, στο ιδανικότερο μπαλκόνι με θέα στον Ντρισινίκο, μπορούμε να δούμε όλη τη σημερινή διαδρομή μας, στην ουσία έναν μεγάλο κύκλο του βουνού.
Οφείλουμε ευχαριστίες στους Σιατιστινούς ορειβάτες για τη θερμή φιλοξενία τους και τις πληροφορίες που μας έδωσαν για το βουνό και την ευρύτερη περιοχή.
Το Σαββατοκύριακο 28-29/4 θα γίνει ανάβαση στα Λημέρια των Κλεφτών της Τύμφης με εκκίνηση από την Κόνιτσα. Περισσότερες πληροφορίες στα γραφεία του συλλόγου – Ομήρου 6, κάθε βράδυ Παρασκευής από τις 9 έως τις 10. Η διεύθυνση της ιστοσελίδας μας είναι: www.trikalasport.gr και στο τηλέφωνό μας 2431072077.