«Η μη αποτελεσματική αστυνομική προστασία αποτελεί τη δευτερογενή πηγή ανασφάλειας για τους κατοίκους της συνοικίας της Νέας Σμύρνης στη Λάρισα» σημειώνει ο βουλευτής Λάρισας του ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ. κ. Βασίλης Κόκκαλης, σε ερώτηση που κατέθεσε στον αρμόδιο υπουργό Προστασίας του Πολίτη κ. Τάκη Θεοδωρικάκο.
Στην ερώτηση ο κ. Κόκκαλης σημειώνει τα εξής: «Η Ν. Σμύρνη της Λάρισας έχει εξελιχθεί τα τελευταία χρόνια σε μια πολύπαθη περιοχή, η οποία έχει υποστεί συνεχή και επιδεινούμενη «υποβάθμιση» εξαιτίας της ύπαρξης πολλαπλών φαινομένων, που επηρεάζουν δυσμενώς την ζωή των κατοίκων της περιοχής και έχουν καταστήσει την έννοια της αξιοπρεπούς και ασφαλούς διαβίωσης των κατοίκων, γράμμα κενό. Ειδικότερα, η περιοχή της Νέας Σμύρνης και η καθημερινή διαβίωση των κατοίκων μαστίζεται από καθημερινά περιστατικά διατάραξης της κοινής ησυχίας, ειδικά μετά την περίοδο της καραντίνας, εξαιτίας των συναθροίσεων με χρήση έντονης μουσικής μέχρι τα ξημερώματα, γεγονός που αποστερεί από τους κατοίκους το αναφαίρετο δικαίωμα στην ηρεμία, την οικογενειακή γαλήνη και στην ξεκούραση, με συνέπεια οι κάτοικοι να εγκαταλείπουν και τις οικίες τους ακόμη. Συγχρόνως, η Νέα Σμύρνη και οι κάτοικοί της, αποστερούνται και του δικαιώματος της ασφάλειας, καθώς πέραν της προσβολής του βασικού αγαθού της ήρεμης διαβίωσης, υφίστανται και πράξεις ποινικής απαξίας, αναίτια και απρόκλητα, σε βάρος της περιουσίας και της ιδιοκτησίας τους, ενδεικτικά είναι πολλά τα θύματα κλοπών, βανδαλισμών, ακόμη και ληστειών. Επί παραδείγματι καθημερινά δέχονται απρόκλητες επιθέσεις με πέτρες σε σπίτια και μπαλκόνια, καίγονται κάδοι πλησίον κατοικιών και πολυσύχναστων και από παιδιά σημείων, ακόμη ζημίες σε αναπηρικό αυτοκίνητο σταθμευμένο σε πυλωτή οικοδομής. Και βέβαια η παραπάνω κατάσταση, έχει καταστήσει την συνοικία της Νέας Σμύρνης μια περιοχή πλήρους υποβάθμισης και απαξίωσης, με τους πολίτες της Λάρισας να αποφεύγουν την επίσκεψη στην περιοχή, την αγορά και ανέγερση κατοικιών νέων ειδικά ανθρώπων, ιδιαιτέρως περιορισμένη, με συνέπειες και στην οικονομική και εμπορική ζωή της περιοχής και των εκεί επιχειρήσεων. Η παραπάνω κατάσταση έχει τεθεί υπόψη και τελεί σε γνώση των αστυνομικών αρχών της πόλης, τόσο θεσμικά μέσω υπομνημάτων και συλλογικών καταγγελιών, όσο και μέσω των καθημερινών κλήσεων που λαμβάνει από πολίτες της περιοχής, οι οποίοι καλούν τις αστυνομικές αρχές ώστε να διακοπεί η καθημερινή διατάραξη των ωρών κοινής ησυχίας και να καταγγελθούν ακόμη και περιστατικά κλοπών, φθορών ξένων ιδιοκτησιών κλπ. Παρά ταύτα όμως, διαπιστώνεται το εξής παράδοξο και οξύμωρο: Όσο πληθαίνουν οι καταγγελίες των πολιτών, τόσο προοδευτικά αυξάνεται και οξύνεται το πρόβλημα και οι παραβατικές συμπεριφορές. Ενώ το αναμενόμενο είναι η αύξηση των καταγγελιών και η συχνή αστυνομική επέμβαση, να λειτουργεί ανασταλτικά και κατασταλτικά στην όξυνση των παραβάσεων.
ΕΠΕΙΔΗ, το αίσθημα ανασφάλειας των κατοίκων και όχι μόνο της περιοχής, αυξάνεται προοδευτικά όσο διαπιστώνεται ελλιπής αστυνόμευση, επιφανειακή αστυνομική επέμβαση και σε κάθε περίπτωση, αναποτελεσματική αστυνομική προστασία, δεδομένου ότι ποτέ, σύμφωνα με αναφορές των κατοίκων δεν έχει γίνει έρευνα για την ανεύρεση των δραστών, ούτε συλλήψεις, ακόμη και για το αδίκημα της διατάραξης κοινής ησυχίας, που είναι το πλέον πρόσφορο για σύλληψη και αυτόφωρη διαδικασία.
Ερωτάται ο αρμόδιος κ. Υπουργός:
Λαμβάνοντας ως δεδομένη την ελλιπή αστυνομική παρέμβαση στην περιοχή, πρόκειται για επιλογή και σχεδιασμό της Αστυνομικής Διεύθυνσης Λάρισας, ή πρόκειται για σχεδιασμό κατόπιν εντολής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, και ποιοι οι λόγοι που οδηγούν σε κάθε περίπτωση σε ανεπαρκή αστυνόμευση, σε σημείο που χαρακτηρίζεται και παράβαση των υπηρεσιακών καθηκόντων των αστυνομικών; Υπάρχει πολιτικός προγραμματισμός, ώστε η αστυνομικές αρχές της Λάρισας να παράσχουν αποτελεσματική αστυνομική προστασία στους κατοίκους και στις περιουσίες τους;»