Επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης για την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης οφειλέτη τράπεζας λόγω δανείου, του οποίου τα προσωπικά δεδομένα διαβιβάστηκαν χωρίς την προηγούμενη ενημέρωσή του σε εταιρία, η οποία τον οχλούσε, τρομοκρατώντας τον με κατάσχεση της περιουσίας του και χωρίς αυτός να έχει ενημερωθεί για το όνομα του υπεύθυνου της επεξεργασίας και για τον σκοπό της επεξεργασίας των δεδομένων από τις εναγόμενες εταιρίες.
Η συγκεκριμένη απόφαση που αναλύεται κατωτέρω είναι εφετειακή και η αποζημίωση που προβλέπεται από το νόμο ανέρχεται στο ποσό των 6.000 ευρώ και καταβάλλεται από την τράπεζα, εφόσον η αγωγή γίνει δεκτή.
Η νομιμότητα της επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, α) την ακρίβεια και επικαιρότητα των δεδομένων, β) την εκ μέρους του υπευθύνου επεξεργασίας ενημέρωση του υποκειμένου και γ) τη συγκατάθεση του υποκειμένου. Η ακρίβεια και ενημέρωση (επικαιροποίηση) των δεδομένων βαρύνει τον υπεύθυνο επεξεργασίας ο οποίος κατά τη συλλογή ή (και) την εν συνεχεία επεξεργασία των δεδομένων, οφείλει, με μέτρο την επιμέλεια του μέσου συνετού και επιμελούς ανθρώπου του εν λόγω κύκλου δραστηριότητας, να ελέγχει την ακρίβεια των δεδομένων.
Στις 20.06.2013 η ενάγουσα συνήψε με την πρώτη εναγομένη και ήδη πρώτη εκκαλούσα αίτηση – σύμβαση χορήγησης προσωπικού καταναλωτικού δανείου και ανοίγματος λογαριασμού καταθέσεων, δυνάμει της οποίας εγκρίθηκε και εκταμιεύτηκε καταναλωτικό δάνειο ύψους 5.200 ευρώ, με τους ειδικότερους όρους που περιλαμβάνονται στην ως άνω σύμβαση και στο παράρτημα που επισυνάπτεται στη σύμβαση αποτελώντας αναπόσπαστο μέρος αυτής. Κατά την κατάρτιση δε της ως άνω συμβάσεως χορήγησης του καταναλωτικού δανείου η τράπεζα συνέλεξε από αυτή προσωπικά της δεδομένα, που ήταν αναγκαία για την κατάρτιση της άνω σύμβασης και συγκεκριμένα το ονοματεπώνυμο της, το όνομα πατρός, την ημερομηνία γέννησης της, την διεύθυνση κατοικίας της, το επάγγελμα της, τα στοιχεία της αστυνομικής της ταυτότητας, τον αριθμό φορολογικού μητρώου (ΑΦΜ) του καθώς και τον αριθμό τηλεφώνου της. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η πρώτη εναγομένη τράπεζα ανέθεσε δυνάμει της από 5-10-2009 έγγραφης σύμβασης στην εταιρεία με την επωνυμία «EUROBANK EFG ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΕ», η οποία κατόπιν της από 19.11.2012 τροποποίησης του καταστατικού της που καταχωρίστηκε στο Γ.Ε.ΜΗ και δημοσιεύτηκε στο τεύχος ΑΕ – ΕΠΕ (ΦΕΚ 13341/21.11.2012) μετονομάστηκε σε «EUROBANK ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΟΦΕΙΛΕΤΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» με τον διακριτικό τίτλο «EUROBANK REMEDIAL SERVICES», να ενημερώνει προφορικώς ή εγγράφως τους πελάτες κατά των οποίων η τράπεζα έχει απαιτήσεις για την ύπαρξη απαιτήσεων και την καθυστέρηση αποπληρωμής τους, καθώς και να διαπραγματεύεται τον χρόνο και τους λοιπούς όρους αποπληρωμής κατ' εντολή και για λογαριασμό της τράπεζας σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3758/2009 και τους ειδικότερους όρους που περιέχονταν στο ως άνω ιδιωτικό συμφωνητικό καθώς και στο από 1/10/2014 ιδιωτικό συμφωνητικό που υπεγράφη εν συνεχεία μεταξύ των εναγομένων εταιρειών με αντίστοιχο περιεχόμενο. Στα πλαίσια της ανωτέρω σύμβασης μεταξύ των εναγομένων και δεδομένου ότι η ενάγουσα είχε καταστεί υπερήμερη ως προς την αποπληρωμή της οφειλής της προς την εναγόμενη τράπεζα από την ως άνω σύμβαση καταναλωτικού δανείου, η εναγομένη τράπεζα διαβίβασε στην εναγομένη εταιρεία ενημέρωσης οφειλετών τα παραπάνω προσωπικά δεδομένα της ενάγουσας με το δυσμενές οικονομικό δεδομένο της οφειλής της χωρίς προηγουμένως να έχει ενημερώσει την ενάγουσα για τη διαβίβαση αυτή. Η δε δεύτερη των εναγομένων προέβη στην επεξεργασία των ως άνω παρανόμως διαβιβασθέντων σ' αυτήν από την πρώτη εκκαλούσα προσωπικών δεδομένων της ενάγουσας με την καταχώρηση αυτών στο αρχείο της (Η/Υ) για τις ανάγκες εκτέλεσης της σύμβασης και στη χρήση αυτών με τηλεφωνικές οχλήσεις στο αριθμό του σταθερού τηλεφώνου της οικίας της ενάγουσας δια των προστηθέντων υπαλλήλων της στις 7.2.2014 και ώρα 2:40 μμ (κα …), την 13.2.2014 και ώρα 1:25 μμ (κα …), την 28.2.2014 και ώρα 1.50 μμ (κα …), την 9.9.2014 και ώρα 3:44 μμ (κα …), την 30.9.2014 και ώρα 10:16 πμ (κα …), την 30-9-2014 και ώρα 5:31 μμ (κα …), την 2.10.2014 και ώρα 3:38 μμ (κα …), την 6.10.2014 και ώρα 3:37 μμ (κα …), την 10-10-2014 και ώρα 9:10 πμ (κα …), την 10.10.2014 και ώρα 1:29 μμ (κος …), την 13.10.2014 και ώρα 12:45 μμ (κος …), την 13.10.2014 και ώρα 2:01 μμ (κα …), την 13.10.2014 και ώρα 6:10 μμ (κος …), την και ώρα 3:44 μμ (κος …). Επίσης, υπάλληλοι της δεύτερης εναγομένης την κάλεσαν στο σταθερό της τηλέφωνο την 20.10.2014 και ώρα 9:23 πμ (κος …) και την 27.10.2014 και ώρα 10:47 πμ (κα …). Η διαβίβαση όμως των προσωπικών στοιχείων της ενάγουσας και των πληροφοριών από την πρώτη προς την δεύτερη των εναγομένων έγινε ως αποδείχθηκε χωρίς την ειδική συναίνεση της ενάγουσας και χωρίς προηγούμενη ενημέρωση κατά τρόπο που απαιτεί ο νόμος 2472/1997, η δε δεύτερη εναγόμενη επεξεργάστηκε τα εν λόγω στοιχεία χρησιμοποιώντας αυτά δια των προστηθέντων υπαλλήλων της, οι οποίοι κάλεσαν την ενάγουσα στο σταθερό τηλέφωνο της κατά τις προαναφερόμενες ημερομηνίες, για ληξιπρόθεσμη οφειλή προερχόμενη από το ως άνω καταναλωτικό δάνειο. Η πρώτη εναγομένη ισχυρίσθηκε ότι η ενάγουσα με την υπογραφή της από 20-6-2013 αιτήσεως της για την χορήγηση του καταναλωτικού δανείου συναίνεσε στη διαβίβαση των προσωπικών της δεδομένων, παραπέμποντας (η πρώτη εναγομένη) στον σχετικό όρο της εν λόγω αιτήσεως της, ο οποίος μεταξύ άλλων αναφέρει: «ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ» η εναγομένη αναφέρει ότι η Τράπεζα «Υπεύθυνος Επεξεργασίας» ή τρίτοι κατ’ εντολή και για λογαριασμό της (εκτελούντες την επεξεργασία) θα επεξεργάζονται τα προσωπικά δεδομένα των φυσικών προσώπων που υπογράφουν την παρούσα (υποκείμενα) προς το σκοπό αξιολόγησης της, εκτέλεσης των σχετικών συμβάσεων, προάσπισης των συμφερόντων της Τράπεζας και εκπλήρωσης των υποχρεώσεων της καθώς και προώθησης διαφήμισης τραπεζικών υπηρεσιών, εφόσον συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις Αποδέκτες των δεδομένων 1) Όσον αφορά την σύμβαση του δανείου: α) για την εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων των υποκειμένων: οι εταιρείες ενημέρωσης οφειλετών, δικηγόροι συμβολαιογράφοι και δικαστικοί επιμελητές β) Για τη προστασία της πίστης και των οικονομικών συναλλαγών: Η Τειρεσίας ΑΕ 2) Για την εκπλήρωση κάθε σκοπού επεξεργασίας Η Διοίκηση και οι υπηρεσίες της Τράπεζας, οι θυγατρικές ή συνδεδεμένες με αυτήν επιχειρήσεις καθώς και συνεργαζόμενα με αυτή νομικά ή φυσικά πρόσωπα, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους». Από την διατύπωση του ανωτέρω όρου συνάγεται ότι αυτή (διατύπωση του) τυγχάνει αόριστη και ανακριβής, γεγονός που είχε παρατηρηθεί και επισημανθεί όπως προκύπτει και από τη με αριθμ. πρωτ. Γ7ΕΞ/4744/12-7-2013 σύσταση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τις δανείστριες τράπεζες σχετικά με τις υποχρεώσεις ενημέρωσης και ταυτοποίησης του οφειλέτη. Ο ως άνω όρος προβλέπει εν προκειμένω αόριστο και ευρύτατο κύκλο αποδεκτών, μη εξασφαλίζοντας το απόρρητο και την ασφάλεια επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων της ενάγουσας ως απαιτείται σύμφωνα με τον σκοπό του ν. 2472/1997. Κατά τον τρόπο δε αυτό, που ακολούθησε η πρώτη εναγομένη, διευρύνεται ο κύκλος του υπεύθυνου επεξεργασίας, όπως και του εκτελούντος αυτή και των αποδεκτών, που δεν είναι σύμφωνο με το πνεύμα και τους ορισμούς του νόμου και την οικονομική εκμετάλλευση των δεδομένων του υποκειμένου, που πρέπει να είναι συγκεκριμένη την κάθε φορά και περιορισμένη στους σκοπούς και το χρόνο διάρκειας της σύμβασης. Προς τούτο άλλωστε το άρθρο 11 του Ν. Αρθρο 11 όπως έχει τροποποιηθεί και περιελήφθη στην "κωδικοποίηση διατάξεων για την πρόσβαση σε δημόσια έγγραφα και στοιχεία" του ΠΔ 28/2015 ορίζει ότι «1.0 υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει, κατά το στάδιο της συλλογής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, να ενημερώνει με τρόπο πρόσφορο και σαφή το υποκείμενο για τα εξής τουλάχιστον στοιχεία α) την ταυτότητα του και την ταυτότητα του τυχόν εκπροσώπου του, β) το σκοπό της επεξεργασίας, γ) τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων, δ) την ύπαρξη του δικαιώματος πρόσβασης» ενώ σύμφωνα με την παρ. 4 «Με απόφαση της Αρχής μπορεί να αρθεί εν όλω ή εν μέρει η υποχρέωση ενημέρωσης σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 3, εφόσον η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα γίνεται για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για τη διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων. Σε επείγουσες περιπτώσεις η άρση της υποχρέωσης ενημέρωσης μπορεί να γίνει με προσωρινή, άμεσα εκτελεστή, απόφαση του Προέδρου, ο οποίος πρέπει να συγκαλέσει το συντομότερο την Αρχή για την έκδοση οριστικής απόφασης επί του θέματος». Ενώ σύμφωνα και με το άρθρο 4 του Ν.3758/09 παρ. 4 αυτού εδάφια της παρ.4 ως τα τελευταία εδάφια προστέθηκαν με το άρθρο 36 παρ.1 Ν.4038/2012, «4. Πριν από κάθε ενέργεια Ενημέρωσης απαιτείται η από τον δανειστή προς τον οφειλέτη επιβεβαίωση των οφειλών με κάθε διαθέσιμο τρόπο και η ταυτοποίηση του οφειλέτη, καθώς και η ενημέρωση του για τη διαβίβαση των δεδομένων του στην Εταιρεία συμφώνως και προς το άρθρο 11 του ν. 2472/1997, ως εκάστοτε αυτός ισχύει. Η επικοινωνία με τον οφειλέτη πρέπει να γίνεται, σύμφωνα με τις αρχές της παραγράφου 1, εντός εύλογου χρόνου και με συχνότητα οχλήσεων όχι πέραν της μίας ανά δεύτερη ημέρα. Η τηλεφωνική επικοινωνία στο χώρο εργασίας του οφειλέτη γίνεται, μόνο εφόσον ο συγκεκριμένος τηλεφωνικός αριθμός έχει δηλωθεί ως μοναδικός αριθμός επικοινωνίας από τον τελευταίο. Η τηλεφωνική επικοινωνία από την Εταιρεία για την ενημέρωση του οφειλέτη για ληξιπρόθεσμη απαίτηση επιτρέπεται να πραγματοποιείται μετά την πάροδο δέκα ημερών από την ημέρα που αυτή κατέστη ληξιπρόθεσμη, από τις 9:00 έως 20:00 και μόνο τις εργάσιμες ημέρες. Οι δανειστές παρέχουν στις Εταιρείες μόνο τα αναγκαία για την επικοινωνία στοιχεία των οφειλετών Οι Εταιρείες χρησιμοποιούν τα δεδομένα των οφειλετών για τους σκοπούς, για τους οποίους διαβιβάσθηκαν τα δεδομένα από τον δανειστή σύμφωνα με τον παρόντα νόμο. καθώς και για την υπεράσπιση δικαιώματος τους ενώπιον των δικαστηρίων ή άλλης δημόσιας αρχής. Απαγορεύεται στις Εταιρείες η διαβίβαση των στοιχείων σε τρίτους, με ή χωρίς αντάλλαγμα, καθώς και η χρήση τους για άλλους σκοπούς. Ως τρίτοι, κατά την έννοια του παρόντος νόμου, θεωρούνται και οι θυγατρικές εταιρείες των Εταιρειών. Πρόσβαση στα δεδομένα έχουν η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης για τον έλεγχο της τήρησης των διατάξεων του παρόντος νόμου, άλλες δημόσιες αρχές και οι δικαστικές αρχές στο πλαίσιο της άσκησης των εκ του νόμου αρμοδιοτήτων τους. Οι διατάξεις του άρθρου 10 TOU V. 2472/1997 για το απόρρητο και την ασφάλεια της επεξεργασίας εφαρμόζονται αναλόγως στα αρχεία που περιέχουν δεδομένα οφειλετών που είναι νομικά πρόσωπα.».
Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι η πρώτη εναγομένη που έχει το βάρος απόδειξης της ενημέρωσης ως υπεύθυνος επεξεργασίας, κατά τον παραπάνω χρόνο της συλλογής δεδομένων δεν ενημέρωσε την ενάγουσα κατά τρόπο σαφή για την ταυτότητα του υπευθύνου επεξεργασίας, την ταυτότητα του τυχόν εκπροσώπου του, για τον σκοπό της επεξεργασίας (διαβίβασης) και για τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών, όπως απαιτείτο κατ' άρθρον 11 παρ. 1 α, β, γ Ν. 2472/1997, ήτοι αναφέροντας την επωνυμία, την έδρα του εκπροσώπου της και την επωνυμία της εταιρείας ενημέρωσης οφειλετών αν και γνώριζε αυτήν κατά τον χρόνο υπογραφής της ως άνω σύμβασης, καθόσον είχε ήδη συνάψει σχετική σύμβαση παροχής υπηρεσιών με την δεύτερη εναγομένη από το έτος 2009, όπως η ίδια άλλωστε ισχυρίζεται. Η πρώτη εναγομένη λοιπόν δεν απέδειξε ότι είχε προβεί σε τέτοια ενημέρωση ούτε πριν αλλά ούτε και μεταγενέστερα, μετά την συλλογή των δεδομένων και πριν από τη διαβίβαση τους προς την δεύτερη εναγομένη όπως απαιτείται βάσει του άρθρου 11 του Ν. 2472/1997, ήτοι κατά τρόπο σαφή και ορισμένο αναφέροντας την ταυτότητα του εκπροσώπου της, καθόσον και στην επικαλούμενη από 1-10-2013 επιστολή της προς την ενάγουσα αναφέρεται στο τέλος αυτής με πολύ ψιλά γράμματα «Σε περιπτώσεις ληξιπρόθεσμων οφειλών η Τράπεζα δικαιούται να διαβιβάζει προσωπικά της στοιχεία σε εταιρείες ενημέρωσης οφειλετών με σκοπό τη σχετική ενημέρωση σας βάσει Ν. 3758/2009», ήτοι και πάλι δεν γίνεται αναφορά της συγκεκριμένης εταιρείας ενημέρωσης (επωνυμία, έδρα και λοιπά στοιχεία περί της ταυτότητας αυτής) στην οποία επρόκειτο να διαβιβάσει τα προσωπικά δεδομένα της ενάγουσας. Σε κανένα λοιπόν όρο της σύμβασης ή των επιστολών της δεν γίνεται αναφορά των συγκεκριμένων εταιρειών που θα τηρούν ή στις οποίες θα διαβιβάζονται τα προσωπικά δεδομένα της πιστούχου – ενάγουσας. Για την ορθή όμως και νόμιμη εφαρμογή των διατάξεων, που αφορούν στην ενημέρωση της ενάγουσας από την εναγόμενη τράπεζα και την συγκατάθεση της πρώτης για την επεξεργασία και διαβίβαση σε εκπροσώπους της όπως οι εταιρείες ενημέρωσης οφειλετών ή σε τρίτους των προσωπικών της στοιχείων, η πρώτη εναγομένη τράπεζα ήταν υποχρεωμένη να την ενημερώσει όπως προελέχθη ειδικώς και δη να αναφέρει την επωνυμία της εταιρείας ενημέρωσης οφειλετών, με την οποία συνεργάζεται (έδρα κ.λ.π) στην οποία θα διαβιβάζονταν τα προσωπικά στοιχεία της ενάγουσας και η οποία θα την καλούσε προς ενημέρωση και διευθέτηση της οφειλής της, γεγονός που δεν απεδείχθη ότι έλαβε χώρα στην προκειμένη περίπτωση αν και η πρώτη εναγομένη γνώριζε ήδη από τον χρόνο σύναψης της σύμβασης καταναλωτικού δανείου ποια ήταν η εταιρεία ενημέρωσης οφειλετών, καθόσον ήταν και θυγατρική της. Η ενάγουσα λοιπόν ουδέποτε έλαβε πραγματική γνώση ότι τα προσωπικά της δεδομένα θα διαβιβαστούν στην άνω συγκεκριμένη εταιρεία ενημέρωσης οφειλετών, ήτοι στην δεύτερη εναγομένη, ούτε τους λοιπούς αποδέκτες κατά το όνομα, διεύθυνση και λοιπά στοιχεία εξατομίκευσης αυτών και των τυχόν εκπροσώπων, αν και θα έπρεπε να γνωρίζει. Άλλωστε, ως «συγκατάθεση» υπό την έννοια του Ν. 2472/1997 ορίζεται η ελεύθερη, ρητή και ειδική δήλωση βούλησης, που εκφράζεται με τρόπο σαφή και εν πλήρη επίγνωση, με την οποία το υποκείμενο των δεδομένων, αφού προηγουμένως ενημερωθεί, δέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, που το αφορούν, οι δε τυποποιημένοι σχετικά όροι που απαντώνται σε κάθε σύμβαση και δεν αποτελούν προϊόν διαπραγμάτευσης, αλλά προσχώρησης του καταναλωτή, ώστε το εκάστοτε αίτημα του για λήψη πίστωσης να τύχει έγκρισης από την τράπεζα, δεν αρκεί προς θεμελίωση της συγκατάθεσης υπό την ανωτέρω έννοια. Δεδομένου δε ότι σύμφωνα με το άρθρο 11 του ν. 2472/1997 για κάθε ανακοίνωση προσωπικών δεδομένων επιβάλλεται η ενημέρωση του υποκειμένου αυτών, η εν λόγω υποχρέωση υφίσταται κατά την ανωτέρω διάταξη ακόμη και στις περιπτώσεις που κατά το άρθρο 5 παρ.2 του ως άνω ν. 2472/1997 δεν απαιτείται για την ανακοίνωση (ή οποιαδήποτε άλλη κατ' άρθρο 2 περ. δ' του νόμου τούτου, μορφή επεξεργασίας) των συγκεκριμένων δεδομένων η συγκατάθεση του υποκειμένου αυτών. Η πρώτη εναγομένη λοιπόν δεν ανταποκρίθηκε στις υποχρεώσεις τήρησης του νόμου, υπό τις διατάξεις του οποίου λαμβάνει χώρα η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα της ενάγουσας. Η εκ μέρους της παράβαση της ειδικής ενημέρωσης της ενάγουσας, που ορίζει ο νόμος, ενεργοποιεί και την ευθύνη της για αποζημίωση του, λόγω «ηθικής βλάβης» της. Ακολούθως οι προαναφερόμενες παράνομες και υπαίτιες πράξεις και παραλείψεις της πρώτης των εναγόμενων δια των προστηθέντων οργάνων της προσέβαλαν την προσωπικότητα της ενάγουσας και προκάλεσεν σ' αυτήν σημαντική ηθική βλάβη, ενώ τα όργανα της, κατά την επεξεργασία (διαβίβαση) των προσωπικών δεδομένων της, χωρίς την προηγούμενη ενημέρωση της, όφειλαν να γνωρίζουν την πιθανότητα επέλευσης της προαναφερόμενης ηθικής βλάβης. Άλλωστε όπως αποδείχθηκε οι τηλεφωνικές κλήσεις συνοδεύονταν κατά παράβαση των κανόνων της δεοντολογίας και του ν.3758/2009 από άσκηση ψυχολογικής βίας, καθόσον την αναστάτωναν σε τέτοιο βαθμό που επέτειναν την ήδη επιβαρυμένη κατάσταση υγείας της . Επιπλέον εκ της επιστολής της εναγομένης προκύπτει ότι οι τηλεφωνικές οχλήσεις δεν ήταν 18 σε διάστημα εννέα μηνών όπως ισχυρίζονται οι εναγόμενες, αλλά οι δεκαπέντε( κλήσεις) εξ αυτών έλαβαν χώρα σε διάστημα 1,5 περίπου μηνός γεγονός που φανερώνει της συχνότητα αυτών, ενώ ορισμένες φορές προκύπτει ότι κατά παράβαση του άρθρου 4 του Ν. ν.3758/2009 υπερέβαιναν την μία την ημέρα όπως στις 13/10/2014 που η ενάγουσα οχλήθηκε τρεις φορές την ίδια ημέρα.
Σε κάθε περίπτωση δεδομένου ότι η επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων της ενάγουσας έγινε δίχως την προηγούμενη ενημέρωση της, δίχως την τήρηση των απαιτούμενων ως άνω διατυπώσεων που τάσσονται από τις διατάξεις του νόμου, γεγονός που συνεπάγεται απαγορευμένη επέμβαση στα δεδομένα της ενάγουσας και κατ' επέκταση προσβολή της προσωπικότητας της, η πρώτη εναγομένη που γνώριζε και σε κάθε περίπτωση όφειλε να γνώριζε τις ως άνω προϋποθέσεις του νόμου και την πιθανότητα να επέλθει βλάβη στην ενάγουσα, η οποία επήλθε κατά τα ανωτέρω, υποχρεούται σε αποκατάσταση της ηθικής βλάβης της. Ενόψει δε του είδους του θιγόμενου αγαθού, του μεγέθους της προσβολής, των συνθηκών τέλεσης αυτής, του βαθμού υπαιτιότητας των οργάνων της εναγομένης και της κοινωνικής και οικονομικής καταστάσεως των διαδίκων η καταβλητέα εύλογη χρηματική ικανοποίηση πρέπει να ορισθεί στο ποσό των 6.000 ευρώ.
Αναστασία Μήλιου
Δικηγόρος παρ΄ Εφέταις Αθηνών