Του Κρικόρ Τσακιτζιάν
Η κυβέρνηση της Αρμενίας, μαζί με το Αρμενικό Πατριαρχείο του Ετσμιατζίν, απευθύνουν έκκληση προς τον πολιτισμένο κόσμο για τη λήψη μέτρων, προκειμένου να σωθούν τα πανάρχαια Χριστιανικά μνημεία που έπεσαν στα χέρια των Αζέρων με τη λήξη του πολέμου στο Αρτσάχ και κινδυνεύουν με ολοσχερή καταστροφή.
Ήδη από την πρώτη στιγμή της κατάληψης του Sushi, οι Αζέροι έδειξαν τις προθέσεις τους. Κατέστρεφαν ό,τι αρχαίο έβρισκαν μπροστά τους και φυσικά τίποτα δεν θύμιζε κάτι από το δικό τους πολιτισμό.
Όλα τα μνημεία ήταν Αρμενικά, γεγονός που αποδείκνυε σε ποιόν ανήκουν ιστορικά οι συγκεκριμένες περιοχές.
Από την καταστροφική τους μανία, δεν γλίτωσε το ιστορικό «πράσινο μοναστήρι» που βρίσκονταν στην περιοχή του Sushi ή αλλιώς όπως το λένε οι Αρμένιοι «Κανατσβάνκ».
Μαζί με τη μονή κατέστρεψαν και τα μοναδικά μνημεία πέτρινων σταυρών, που είναι μιας ιδιαίτερης τεχνοτροπίας και τη συναντά κανείς έντονα στην περιοχή του Ναγκόρνο Καραμπάχ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει το Πατριαρχείο του Ετσμιατζίν στα χέρια του, στην περιοχή του Ναγκόρνο Καραμπάχ, πέρασαν στους Αζέρους 161 εκκλησίες και μονές, που κινδυνεύουν με άμεση ολοσχερή καταστροφή, για να μη θυμίζει στον υπόλοιπο κόσμο τίποτα από το παρελθόν που έζησαν οι Αρμένιοι στους τόπους αυτούς.
Σκοπό έχουν να ξεριζώσουν κάθε ίχνος Αρμενικού πολιτισμού από τα μέρη αυτά. Κατέστρεψαν από την πρώτη στιγμή της κατάληψης των εδαφών ολοσχερώς την εκκλησία της Παναγίας του Τζεμπραΐλ, όπως λέγεται στα Αζερικά ή Μαχακαβάν, όπως την λένε οι Αρμένιοι.
Καταστροφές προκάλεσαν επίσης στη μονή Amaras που χρονολογείται από τον 4ο αιώνα.
Στη συγκεκριμένη μονή λειτούργησε το πρώτο σχολείο που δίδαξε την Αρμενική γλώσσα στις αρχές του 5ου αιώνα μ.Χ.
Από τη μανία των μουσουλμάνων του Αζερμπαϊτζάν και των Τζιχαντιστών που πολέμησαν στο πλευρό τους, δεν γλίτωσαν το φρούριο Tigranakert και το μοναστήρι Τσιτσερναβάνκ.
Σε κίνδυνο βρίσκονται συνολικά 4.000 αρχαία Χριστιανικά, Αρμενικά μνημεία.
Την τακτική αυτής της θηριωδίας ακολούθησαν οι Αζέροι και στην κατάληψη των Αρμενικών εδαφών στο Ναχιτσεβάν, όπου κατέστρεψαν ολοσχερώς 400 εκκλησίες, μεταξύ αυτών και τη Μονή Αμαρά, όπου ήταν ο τόπος ταφής του Αγίου Γρηγορίου, εγγονού του προστάτη της Αρμενίας, Γρηγορίου του Φωτιστή.
Για να γίνει κατανοητό στο δυτικό κόσμο, στο Αρτσάχ εφαρμόζονται πολιτικές όπως στην Παλμύρα της Συρίας, όπου οι βάρβαροι, όσα κειμήλια δεν κατέστρεψαν, τα έκλεψαν και τα πούλησαν στη μαύρη αγορά των λαθρεμπόρων αρχαιοκαπήλων.
Έτσι και στην περιοχή του Αρτσάχ, υπήρχαν εν λειτουργία 21 μουσεία, τα 12 από αυτά υπήρχαν στην περιοχή του Sushi, του Hadrut και του Martuni, καθώς και σε άλλες περιοχές που έχουν περάσει στον έλεγχο του Αζερμπαϊτζάν.
Σ’ αυτά υπήρχαν κειμήλια θρησκευτικά, άλλα από την καθημερινή ζωή, από τη φυσική ιστορία κι από τον πολιτισμό.
Κατά τη διάρκεια του πολέμου, ο βομβαρδισμός ήταν συνεχής και ο κόσμος κρυβόταν για καιρό στα καταφύγια κι από κει φυγαδεύτηκαν με την ξαφνική τροπή του πολέμου στην Αρμενία, με αποτέλεσμα να μην προλάβουν να φυγαδεύσουν τον πολιτιστικό πλούτο των μουσείων και έτσι να πέσουν στα χέρια των απολίτιστων βαρβάρων.
Σύμφωνα με πληροφορίες, τα περισσότερα κειμήλια ήδη έχουν πουληθεί σε αρχαιοκάπηλους.
Οι Αρμένιοι έχουν προσφύγει στον ΟΗΕ, στην Unesco και σε άλλους διεθνείς οργανισμούς και κυβερνήσεις προκειμένου να προστατέψουν ό,τι απέμεινε στα χέρια των Αζέρων.
Κάνουν έκκληση στη διεθνή κοινότητα, να προστατέψουν τον πολιτιστικό πλούτο της Αρμενίας, που είναι σπάνιος και μετράει πάνω από μιάμιση χιλιετία.