Του Ηλία Γιαννακόπουλου, Φιλολόγου
- «Τις πόθεν εις ανδρών; Πόθι τοι πόλις ηδέ τοκήες;»
(Οδύσσεια, α 170, Ποιος είσαι κι από πού; Ποια η πατρίδα σου και ποιοι οι γονείς σου;)
- «Ποίοισι μείνον, τις δε μ’ εκφύει βροτών;»
(Οιδίπους Τύραννος, 437, Ποιών γονιών, περίμενε. Ποιος από τους θνητούς με γέννησε;)
Το βιβλίο “Φιλυριωτών Γενεαλογία”* δεν παρέχει μόνον χρήσιμες πληροφορίες για το γενεαλογικό δέντρο των κατοίκων της Φιλύρας Τρικάλων (και πολλών άλλων), αλλά αναδεικνύει με έμφαση ένα πανανθρώπινο, διαχρονικό όσο και επίκαιρο θέμα: Το θέμα της Ταυτότητας του ανθρώπου και της αέναης αναζήτησης μιας απάντησης στο υπαρξιακό ερώτημα: «Ποιος Είμαι».
Είναι ένα θέμα, ένα ερώτημα που απασχολεί αιώνες τώρα τόσο τους Ψυχολόγους και τους Κοινωνιολόγους όσο και τους Φιλοσόφους. Οι απαντήσεις είναι λίγες και ήκιστα πειστικές. Γι αυτό και ο σύγχρονος άνθρωπος συχνά αναγκάζεται να απαντά στο ερώτημα “Ποιος είσαι και από πού κατάγεσαi;”. Αυτή η περιπλάνηση στις δαιδαλώδεις ατραπούς του ερωτήματος μάς θυμίζει τις απαντήσεις που έδινε κάθε φορά ο Οδυσσέας στους τόπους που τον έριχνε η οργή του Ποσειδώνα.
Από την άλλη πλευρά κουβαλάμε ακόμη, από την εποχή του τραγικού Οιδίποδα, την αγωνία της απάντησης στο ερώτημα “Ποιος από τους θνητούς με γέννησε;”
Το θέμα της ταυτότητας του ανθρώπου αποτελεί διαχρονικά ένα προσφιλές θέμα για τους επιστήμονες και κατεξοχήν για τους Ψυχολόγους και τους Κοινωνιολόγους.
Ωστόσο στην αναζήτηση και προσδιορισμό εκείνων των παραγόντων που διαμορφώνουν την ανθρώπινη ταυτότητα ορθώνονται πολλά προβλήματα και ερωτήματα. Άλλοι μιλούν για το δικαίωμα στον «αυτοπροσδιορισμό» και στην ελευθερία δόμησης της προσωπικής μας ταυτότητας με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μας. Στην αντίπερα όχθη οι θεωρητικοί του «ετεροπροσδιορισμού» διατείνονται πως ο άνθρωπος είναι το απόλυτο προϊόν τόσο των κληρονομικών – βιολογικών του καταβολών όσο και των επιρροών του άμεσου ή έμμεσου περιβάλλοντός του (φυσικού, κοινωνικού, πολιτιστικού).
Οι υπέρμαχοι του αυτοπροσδιορισμού κινούνται μάλλον στο επίπεδο του ευκταίου και του ιδεατού αφού ο άνθρωπος είναι «αιχμάλωτος» τόσο του γενετικού του υλικού (κληρονομικότητα – γονείς) όσο και του περιβάλλοντός του. Ο ετεροπροσδιορισμός της ανθρώπινης ταυτότητας συνιστά μία αμείλικτη πραγματικότητα την οποία πρέπει να αποδεχτούμε αν θέλουμε να απαντήσουμε στο υπαρξιακό και διαχρονικό ερώτημα «Ποιος είμαι».
Η απάντηση στο διαχρονικό αυτό ερώτημα προϋποθέτει τη βαθιά γνώση και παραδοχή των βιολογικών καταβολών που συνθέτουν και τα επί μέρους στοιχεία – επίπεδα του γενεαλογικού μας δέντρου. Αυτό το γενεαλογικό μας δέντρο πολλοί το αγνοούμε και κάποια επίπεδά του αποτελούν τα σκοτεινά σημεία του Εγώ μας. Τα σημεία αυτά λειτουργούν ως οι κρίκοι μιας αλυσίδας. Αυτή η αλυσίδα μάς ακολουθεί παντού και άλλοτε μάς βοηθά να πραγματώσουμε τους στόχους μας κι άλλοτε στενεύει τους ορίζοντές μας. Αυτά τα σκοτεινά σημεία, αυτοί οι άγνωστοι κρίκοι της αλυσίδας του γενεαλογικού μας δέντρου αποτελούν και τη «σκιά» μας δικαιώνοντας τη θέση του Γιουνγκ:
«Αυτός που δεν γνωρίζει τη σκιά του συναντά τη μοίρα του»
Όλοι, λοιπόν, από την πρωτόγονη εποχή μέχρι και σήμερα κουβαλάμε το βαρύ φορτίο ενός ονόματος, άλλοτε θετικού κι άλλοτε αρνητικού. Δεν υπάρχει άνθρωπος χωρίς όνομα με ό,τι αυτό εμπεριέχει και συνεπάγεται για τη ζωή μας και την εξέλιξή μας ως βιολογικών, πνευματικών και κοινωνικών όντων. Σχετικά ο Όμηρος δια στόματος Αλκίνοου τονίζει:
«Ου μεν γαρ τις πάμπαν ανώνυμος εστ’ ανθρώπων, / ου κακός ουδέ εσθλός, επήν τα πρώτα γένηται, / αλλ’ επί πάσιν τίθενται»
(Ομήρου Οδύσσεια, θ 552-554, Γιατί κανένας άνθρωπος δεν υπάρχει χωρίς όνομα, ούτε καλός ούτε κακός, από την ώρα που γεννιέται)
Το όνομα, προσδιοριστικό στοιχείο της ταυτότητάς μας, είναι το πρώτο στοιχείο που μάς ζητείται από κάποιον άγνωστο ταυτόχρονα με τον τόπο καταγωγής μας. Κι αυτό γιατί το όνομα βοηθά όχι μόνον στην επικοινωνία με τους συνανθρώπους μας αλλά και παρέχει στοιχεία στον συνομιλητή – συνάνθρωπό μας για να μάς γνωρίσει καλύτερα. Κι αυτό γιατί το όνομα και το επώνυμο εμπεριέχουν σε μεγάλο βαθμό χρήσιμα στοιχεία για το παρελθόν μας. Στοιχεία που αντλούνται εύκολα από το γενεαλογικό μας δέντρο.
Ο Οδυσσέας στην δεκαετή περιπλάνησή του σε διάφορους τόπους ήταν υποχρεωμένος να απαντά κάθε φορά στο ερώτημα:
«Τις πόθεν εις ανδρών; Πόθι τοι πόλις ηδέ τοκήες;»
Το πρόβλημα του ονόματος και του γενεαλογικού δέντρου τίθεται με έμφαση και στην τραγωδία «Οιδίπους Τύραννος», όταν ο Οιδίποδας μετά τα όσα δεινά πλήττουν τη Θήβα αναγκάζεται να αναζητήσει το όνομα των γονέων του. Γι’ αυτό και η τραγωδία ονομάστηκε και ως μία τραγωδία «Ταυτότητας». Σχετικά ο Οιδίποδας διακηρύσσει σε μια στιγμή δραματική για τον ίδιο και την πόλη του.
«Τουμόν δ’ έγνω,/ κει σμικρόν έστι, σπέρμα ιδείν βουλήσομαι»
(Οιδίπους Τύραννος, 1077/ όμως εγώ θα θελήσω να εξακριβώσω την καταγωγή μου, έστω κι αν είναι ταπεινή)
Πολλές φορές σε στιγμές περισυλλογής και αυτογνωσίας αναρωτιόμαστε αν αυτό που είμαστε τώρα και ό,τι πετύχαμε είναι προϊόν των ικανοτήτων μας, των συνθηκών και του περιβάλλοντός μας, των ευκαιριών που μάς δόθηκαν, των ανθρώπων που βρέθηκαν δίπλα μας ή των βιολογικών μας καταβολών – κληρονομικότητα; Σε τι ποσοστό, δηλαδή, οι βιολογικοί μας γονείς ή παππούδες – γιαγιάδες μάς διαμόρφωσαν; Η σωστή γνώση του γενεαλογικού μας δέντρου μάς παρέχει πληθώρα στοιχείων για την κατάκτηση της αυτογνωσίας.
Η γονεϊκή απόρριψη είναι βαρύ πλήγμα για τον καθένα μας. Του ίδιου μεγέθους, όμως, πλήγμα είναι και η απόρριψη των γονέων μας και των βιολογικών μας προγόνων, γενικότερα.
Για άλλους το οικογενειακό όνομα είναι προνόμιο και ανοίγει «πόρτες» και για άλλους αποτελεί βάρος. Για τους πρώτους το όνομα – καταγωγή δίνει ευκαιρίες και αποτελεί στοιχείο αναγνωρισιμότητας με ό,τι αυτό συνεπάγεται στη σημερινή μας εποχή. Για τους δεύτερους αποτελεί τροχοπέδη γιατί οι συγκρίσεις με τον γονέα του ίδιου επώνυμου είναι αναπόδραστες και μερικές φορές συντριπτικές. Ο χώρος της πολιτικής με τις γνωστές οικογένειες πολιτικών έχει να μάς διδάξει πολλά για το βάρος του ονόματος – επωνύμου των γονέων μας ή κάποιου μακρινού προγόνου μας.
Σε στιγμές που λείπουν τα επιχειρήματά μας σε έναν διάλογο για την αξία και την ανωτερότητά μας έναντι του συνομιλητή μας επικαλούμαστε την καταγωγή μας με την εμβληματική φράση «Ξέρεις ποιος είμαι Εγώ;». Ενίοτε η φράση αυτή λειτουργεί όχι μόνον ως επιβεβαίωση και τεκμήριο της αξίας μας αλλά και ως απειλή αν χρειαστεί ή προειδοποίηση.
Στις καθημερινές μας κοινωνικές και διαπροσωπικές σχέσεις προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε την επιτυχία ή την προκοπή κάποιου με τη βοήθεια της γνώσης του γενεαλογικού δέντρου. Όταν, όμως, τα επιτεύγματα κάποιου δεν είναι συμβατά με την καταγωγή του και το ριζικό του σύστημα (γενεαλογικό δέντρο) τότε επικαλούμαστε τη σοφία της παροιμίας:
«Από ρόδι βγαίνει αγκάθι κι από αγκάθι βγαίνει ρόδι»
Για άλλους αυτή η παροιμία είναι ένας έπαινος και για άλλους μία μομφή. Είναι μία άλλη επιβεβαίωση πως οι βιολογικοί μας γονείς και πρόγονοι διαμορφώνουν σε μεγάλο βαθμό την ταυτότητά μας και τη ζωή μας γενικότερα. Ίσως ο Watson και ο Crick να μην είχαν άδικο όταν έλεγαν πως «Η μοίρα μας είναι τα γονίδιά μας», έστω κι αν πολλοί σύγχρονοι γενετιστές και κοινωνιολόγοι διαφωνούν με τη θέση αυτή.
Το όνομα, λοιπόν, και γενικότερα το γενεαλογικό μας δέντρο συνιστά το κατεξοχήν προσδιοριστικό στοιχείο της ιδιαιτερότητας, της μοναδικότητας του ατόμου και καθορίζει καταλυτικά την προσωπικότητά του και γενικότερα την ταυτότητά του. Αποτελεί στοιχείο διαφοροποίησης από τους άλλους αλλά και σημείο αναγνώρισης. Είναι αυτό που μάς ανασύρει από την ανωνυμία, το πλήθος, την αγέλη, την μάζα. Μάς διασώζει από την απροσωποποίηση και την ανυπαρξία. Γινόμαστε ύπαρξη μέσα από το όνομα αφού οι άλλοι μόνο μέσα από το όνομα μάς γνωρίζουν. Ο ανώνυμος, ο «Ούτις» – Κανένας είναι σαν να μην υπάρχει.
Στη ζωή όλοι έχουμε ένα όνομα κι αυτό οφείλουμε να το υπερασπιστούμε, να το βελτιώσουμε κα να το κληροδοτήσουμε στην επόμενη γενιά. Ο “Ούτις-ο Κανένας” δεν υπάρχει στην κοινωνία μας πουθενά στον κόσμο. Αυτό ήταν ένα λεκτικό επινόημα του Οδυσσέα για να σωθεί ο ίδιος από την αγριότητα του Κύκλωπα Πολύφημου. Όταν το πέτυχε έδωσε, έστω κι από μακριά, τα ακριβή στοιχεία του γενεαλογικού του δέντρου στον Κύκλωπα.
Αποτελεί ασυγχώρητο στρουθοκαμηλισμό το να αγνοούμε πως στο μωσαικό της ταυτότητάς μας υπάρχουν οι ψηφίδες των γονέων μας και των κοντινών ή μακρινών προγόνων μας.
“Κι όμως, οι πρόγονοί μας βρίσκονται μέσα μας, σαν συνιστώσες σε ένα μεγάλο μωσαικό που είναι ο εαυτός μας, τα αμέτρητα αυτά χαρακτηριστικά και οι συμπεριφορές που δεν εξηγούνται, όμως μας έρχονται κατευθείαν από τους προηγούμενούς μας. Δεν είναι μόνο τα μάτια, το ύψος, οι προδιαθέσεις που έχουμε. Είναι ακόμα και οι πόθοι, τα ένστικτα, οι ανασφάλειες και οι φοβίες που μας κληροδοτούν οι πρόγονοί μας με την μορφή γενετικής πληροφορίας, αυτό που κάποιοι επιστήμονες καλούν ψυχικό DNA, και που αναλόγως θα μεγαλώσουμε, θα παλέψουμε, ή και θα εξαλείψουμε, αφού μεταλλασσόμαστε οι ίδιοι μέρα με τη μέρα αλλά και γενιά με την γενιά. Η ζωή είναι εξέλιξη, και η βάση βρίσκεται στους προγόνους μας που κατάφεραν να επιβιώσουν πρώτα, να αναπαραχθούν έπειτα και να παράξουν τον πολιτισμό που βρήκαμε εμείς έτοιμο, πολλές φορές όχι και τόσο ευγνώμονες προς αυτό. Κανείς μας δεν είναι αυτοδημιούργητος, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως δεν είμαστε υπεύθυνοι για την πορεία που χαράζουμε, κάθε άλλο”.(Φιλυριωτών Γενεαολογία, Θανάσης Μπρέντας).
Πολλοί συνάνθρωποί μας κουβαλούν σε όλη τους τη ζωή το φορτίο των λαθών των γονέων και των βιολογικών τους προγόνων αλλά και το παράπονο της Αντιγόνης, από την ομώνυμη τραγωδία, αν δηλαδή υπάρχει κάποιο κακό από την βαριά κληρονομιά του Οιδίποδα που να μην το έχει στείλει ο Δίας στις δύο αδελφές (Αντιγόνη και Ισμήνη). «’Αρ’ οίσθα ό,τι Ζευς των απ’ Οιδίπου κακών οποίον ουχί νων έτι ζώσαιν τελεί;»
Το παρελθόν μας και το γενεαλογικό μας δέντρο δεν μπορούμε να το αλλάξουμε. Το μόνο που μπορούμε είναι να το γνωρίσουμε κι ανάλογα να πράττουμε. Το παρελθόν και το γενεαλογικό μας δέντρο είναι ένα επαχθές φορτίο και θέλω να ελπίζω (για πολλούς) όχι και απεχθές.
Είμαστε, επομένως, δέσμιοι – με τα θετικά και αρνητικά – της καταγωγής μας, του γενεαλογικού μας δέντρου, του ονόματός μας και της παράδοσης μας γενικότερα. Γι’ αυτό οφείλουμε να γνωρίζουμε και να αποδεχτούμε αυτήν την πραγματικότητα – παράδοση για να μπορέσουμε να κάνουμε το μεγάλο άλμα για την υπέρβαση. Η θέση του Μαρξ εξακολουθεί να είναι πάντα επίκαιρη και διδακτική. Η ερμηνεία και ο βαθμός αποδοχής της προσδιορίζει και την ταχύτητα αλλά και το περιεχόμενο των βηματισμών και των στόχων μας:
«Η παράδοση όλων των νεκρών γενεών βαραίνει σαν εφιάλτης στη συνείδηση των ζώντων ανθρώπων»
*Το παρόν κείμενο αποτελεί εισήγησή μου από την παρουσίαση του βιβλίου «Φιλυριωτών Γενεαλογία» που έγινε στο χωριό Φιλύρα Τρικάλων, την Πέμπτη 17 Αυγούστου 2023